
Του Ηλία Κ. Μάρκου Υποστρατήγου ε.α. ΕΛ.ΑΣ.
Η χρησιμοποίηση του όρου της θεολογίας με διαφορετικούς τρόπους, άραγε τι θα μπορούσε τι σημαίνει; Η θεολογία δεν έχει παντού την ίδια σημασία και ποιοί είναι αυτοί οι διαφορετικοί τρόποι; Υπάρχουν απαντήσεις γι αυτά; Ναι λένε οι θεολόγοι και οι θεολογούντες διανοούμενοι.
Γι’ αυτούς άλλη είναι η αποκαλυπτική θεολογία, η οποία ασχολείται με τις πεποιθήσεις και τα δόγματα που παραδόθηκαν στους ανθρώπους μάλλον μέσω της αποκάλυψης – παρά μέσω του λόγου, και άλλη είναι η φυσική θεολογία, η οποία ασχολείται με τις θρησκευτικές πεποιθήσεις και τα δόγματα που συγκροτούνται μέσω του ανθρώπινου λόγου.
Υπάρχει επίσης ένας τρίτος τρόπος που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τον όρο θεολογία, κι αυτός είναι η θεωρητική θεολογία. Με αυτή την έννοια η θεολογία θα μπορούσε να περιγραφεί ως ένα είδος φιλοσοφίας που πραγματώνεται απ΄το σύνολο των πιστών, αφού έχει δεχτεί έντονες επιρροές τόσο απ΄τη φιλοσοφία, όσο και από τη μεταφυσική.
Υπάρχουν βέβαια και οι δήθεν αντισυμβατικοί της σκέψης, οι οποίοι θεωρούν πως από τότε που συστηματοποιήθηκε η ανθρώπινη σκέψη, δηλαδή, από καταβολής επιστήμης, η φιλοσοφία βρίσκεται μονίμως σε αντιπαράθεση με τη θεολογία, και επομένως δεν μπορεί να γίνεται λόγος περί εντάξεως της θεολογίας στα είδη της φιλοσοφίας. Μιλούν αβασάνιστα, φλύαρα και πάντα επιφανειακά….
Η θεωρητική θεολογία, είναι ο στοχασμός και η μελέτη της θρησκείας από το σύνολο των πιστών, ενώ η φιλοσοφία οφείλει να αμφισβητεί τα πάντα, ακόμα κι αυτόν τον πυρήνα πεποιθήσεων και θέσεων του πιστού, στον οποίο βασίζεται η πίστη του.
Ο θεολόγος βέβαια δεν σημαίνει πως αποφεύγει η αγνοεί τα τυχόν προβλήματα που εγείρονται ακόμα και από την ίδια του την πίστη. Σε όλες, σχεδόν, τις θρησκείες του κόσμου, οι προβληματισμοί των θεολόγων φτάνουν πολύ μακριά από αυτούς των κοινών πιστών. Μία σημαντική συνέπεια του φιλοσοφικού στοχασμού πάνω στη θρησκεία, ειδικά στη Δύση, ήταν να τη στρέψει προς τον ανορθολογισμό.
Όταν, λοιπόν, η λογική θεμελίωση της πίστης, όπως ήταν τα περί υπάρξεως του Θεού επιχειρήματα των σχολαστικών του Μεσαίωνα, αποδείχτηκε αβάσιμη και με τον καιρό αυξάνονταν τα προβλήματα, όπως αυτό της ύπαρξης του κακού, ή έννοια της ανορθολογικής πίστης απόκτησε κεντρική σημασία και μάλιστα αναγορεύτηκε σε αρετή.