Του Ηλία Κ. Μάρκου Υποστρατήγου ε.α. ΕΛ.ΑΣ.
Το πολιτικό σύστημα πορεύτηκε στη μεταπολιτευτική Ελλάδα, κάνοντας μια διαδρομή σαράντα και πλέον χρόνων. Γόνοι, διάδοχοι και επαγγελματίες πολιτικοί δημιούργησαν τα δικά τους προτεκτοράτα τα δικά τους φέουδα μέσα σ΄αυτό το σύστημα που έφερε την πατρίδα εδώ που είναι τώρα.
Τις τελευταίες δεκαετίες όλα αυτά τα φεουδαρχικά κατάλοιπα συντήρησαν και αναπαρήγαγαν ένα σύστημα εξουσίας και απόλυτης κυριαρχίας σε βάρος των λαϊκών στρωμάτων (κατώτερων και μεσαίων). Όλοι αυτοί, οι δήθεν εκφραστές του δημοσίου συμφέροντος ήταν στην πραγματικότητα λαοπλάνοι και μεταμφιεσμένοι καταχραστές των προσδοκιών ενός λαού με φιλότιμο και εθνική περηφάνια στο μεδούλι της ιδιοσυστασίας του. Και να που φτάσαμε στην ώρα μηδέν!
Τώρα, είναι η στιγμή που θα πρέπει ο μεν λαός να μετουσιώσει την κραυγή αγωνίας και απογοήτευσης, το θυμό και την αγανάκτησή του σε πολιτική πράξη και δράση, οι δε υπαίτιοι της σημερινής καταστροφής, αυτοί που μας οδήγησαν στο δρόμο της παρακμής και της κοινωνικής εξαθλίωσης, να μας αδειάσουν τη γωνιά.
Όλοι αυτοί που εξέθρεψαν τη σαπίλα της παλιάς κομματοκρατίας, αλλά και όσοι αυτόκλητοι σωτήρες και διαχειριστές της κρίσης συνέβαλαν στην κατάλυση κάθε έννοιας κοινωνικής δικαιοσύνης και αληθινής δημοκρατίας, οφείλουν να κάνουν στην άκρη, να αυτοπεριθωριοποιηθούν, για να περάσει το καινούργιο, αυτό που έρχεται.
Αυτό που θα χαράξει μια νέα πορεία με ξεκάθαρο προσανατολισμό, χωρίς συνθηματολογία υστερίες και φοβικά σύνδρομα μέσα στα πλαίσια της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, όσο ακόμα λειτουργεί.
Μπουχτίσαμε από ξύλινες κουβέντες, από υποσχέσεις δίχως αντίκρισμα από αμφισβητήσεις της διαφορετικής πρότασης και της διαστρέβλωσής της, για να γίνεται πιο εύκολο το έργο της υπονόμευσής της.
Αυτό που έρχεται είναι ελευθερωμένο από πολιτικές και ιδεολογικές αγκυλώσεις, αφού δεν αρκείται σε μια στείρα άρνηση του παρελθόντος, σε μια άγονη κατάκριση του παρόντος και μια άνευρη ελπίδα για το μέλλον, αλλά προχωρά με αμετεώριστη προσήλωση στο αύριο. Αυτό το καινούργιο δεν καταφεύγει σε άδειες αναφορές περί πολιτισμού, δεν τον θεωρεί και δεν τον βλέπει ως προνόμιο της διάκρισής του, αλλά ως δημόσια καλλιέργεια.
Όλοι, λοιπόν, αυτοί που εκφράζουν το παλιό και σάπιο, που άφησαν ανεξίτηλα σημάδια στο κορμί της κοινωνίας με τις πολιτικές συμπεριφορές τους, το μοναδικό καλό που μπορούν να προσφέρουν στον τόπο έστω και την ύστατη στιγμή είναι η φυγή τους. Να κάνουν τόπο γι αυτό που ο λαός θέλει να φέρει, αυτό που προτείνει το καινούργιο και που ανησυχεί σφόδρα με την προθυμία της συμφωνίας όλων αυτών, οι οποίοι δεν μπόρεσαν να το πετύχουν.
Αυτό που έρχεται, αυτό που τώρα διαμορφώνεται, έχει αποσαφηνισμένες θέσεις, συγκεκριμένες προτάσεις, στοχευμένες επιδιώξεις για την άρση της εξαθλίωσης και προπαντός απτές και πειστικές απαντήσεις στο αγωνιώδες ερώτημα αν υπάρχει απάντηση και λύση στο αδιέξοδο. Κι έρχεται με μια φόρα που δεν πρόκειται κανείς να το σταματήσει…