Του Ηλία Κ. Μάρκου Υποστρατήγου ε.α. ΕΛ.ΑΣ.
Καθώς το πλοιάριο έπλεε πολύ κοντά στις ακτές της αθωνικής χερσονήσου άφηνε το βλέμμα του να περιδιαβαίνει τις απέναντι βουνοπλαγιές και τις διασκορπισμένες μέσα στην παρθένα βλάστηση Μονές και δεν ήξερε τι να πρωτοθαυμάσει! Το μεγαλείο της φύσης ή το μεγαλείο της ψυχής όλων αυτών των ανθρώπων που επέλεξαν αυτόν το τόπο για τους ασκητικούς αγώνες τους.
Είναι ο καταλληλότερος τόπος για τέτοιου είδους αγώνες, γι αυτό και συγκέντρωσε από τους πρώτους κιόλας βυζαντινούς χρόνους πολλούς μοναχούς, απ΄όλα τα μέρη της αχανούς αυτοκρατορίας και δικαιολογημένα από τη μεσοβυζαντινή ακόμα εποχή ονομάστηκε όλη η χερσόνησος Άγιο Όρος. Βέβαια αυτή την ονομασία την έδωσε πρώτα ο λαός, αλλά επισημοποιήθηκε πολύ γρήγορα και επικυρώθηκε με ιδιαίτερο Χρυσόβουλλο του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Θ΄ του Μονομάχου στα μέσα του 11ου αιώνα. Υπάρχει μια τάξη και μια γαλήνη εκεί που δεν τη συναντάς σε καμιά κοινωνία ανθρώπων. Οι άνθρωποι που εγκαταβιώνουν στο Όρος έχουν μια απλότητα και μια αμεριμνησία, οι οποίες συνοδεύονται από μια πίστη χωρίς παλινδρομήσεις και αναπάντητα ερωτηματικά, από έναν τρόπο σκέψης και συμπεριφοράς, από μια νοοτροπία, που τους επιτρέπει να κάνουν όλοι μαζί μια αρμονική και παραγωγική ζωή με σταθερό και αταλάντευτο σκοπό και στόχο.
Εκεί ψηλά στον Άθω οι άνθρωποι έχουν βρει τις λύσεις σε όλα τα προβλήματα και όλες τις απαντήσεις σε όλα τους τα ερωτήματα, ενώ εμείς μέσα στη βουή του κόσμου συνεχίζουμε ακόμα να τις ψάχνουμε. Το Άγιο Όρος, προσφέρεται για ανάβαση όχι μόνο στους μοναχούς, αλλά και στους επισκέπτες προσκυνητές (λαϊκούς και κληρικούς), στους πιστούς, αλλά και στον κάθε άνθρωπο. Όλοι μπορούμε να το ανεβούμε αρκεί να ακολουθήσουμε το κανονικό μονοπάτι, αυτό του παραμερισμού των λογικών εξηγήσεων και ερμηνειών, το μονοπάτι της συνειδητοποιήσεως ότι το Όρος δεν είναι απλώς «ορώμενον», αλλά «νοούμενον».
Αναρωτιούνται κάποιοι πως είναι δυνατόν να υπάρχουν και σήμερα άνθρωποι, και μάλιστα νέοι, που εγκαταλείπουν τον κόσμο και χάνονται στην ερημιά, στην απομόνωση της απόλυτης μοναξιάς, αναζητώντας το βαθύτερο νόημα της ζωής;
Δεν είναι τελικά ο κόσμος το καμίνι μέσα στο οποίο ο κάθε άνθρωπος δοκιμάζεται και παλεύει για να βγει νικητής;
Κάποτε ο Καζαντζάκης είχε δώσει τη δική του εξήγηση λέγοντας, πως η θρησκεία και τα θρησκευτικά δόγματα είναι καταφύγια των ανθρώπων, αλλά θεωρούσε πως αυτά είναι απαραίτητα μόνο σε όσους δεν αντέχουν να δουν την άβυσσο γυμνή.
Αλλά ο Βίκτωρ Ουγκώ είχε τη δική του άποψη: «…πριν προχωρήσεις παραπέρα, εξέτασε τη μηδαμινότητά σου. Γιατί, όποιος κι αν είναι ο δρόμος σου, δε θα μπορέσεις να πλησιάσεις το άγνωστο, την αρχή του παντός, την πηγή της ύπαρξης, τον ύψιστο τόπο, όπου τα πάντα εξηγούνται και συναντιούνται. Γιατί, ποτέ δε θα μπορέσεις να περάσεις τον ωκεανό που είναι καμωμένος από σκοτάδι, από θειάφι και άσφαλτο, γιατί ποτέ δε θα μπορέσεις να νικήσεις την άβυσσο!»