
Του Ηλία Κ. Μάρκου Υποστρατήγου ε.α. ΕΛ.ΑΣ.
Αχαλιναγώγητος ήταν ο εγωισμός του
και ασταμάτητα στις φλέβες του κυλούσε
την καρδιά τροφοδοτώντας
με το μολυσμένο από τα πάθη αίμα!
Λέξη δεν άφηνε ποτέ να πέσει κάτω
και πάντοτε με οξύτητα ανταπαντούσε
σε όλους όσους τον αμφισβητούσαν!
Για τα απλά και ουσιώδη δεν ενδιαφερόταν
και τα καθημερινά περιφρονούσε
μιας κι ήθελε μεγάλος για να γίνει!
Τη σκέψη του φλόγιζαν πλούτη και δόξα
ενώ τον κόσμο γύρω του κοιτούσε
πάντα με βλέμμα υπεροπτικό.
Μέσα του δεν είχε ησυχία
μέχρι εκείνη τη σημαδιακή μέρα
που τα βήματά του έσυρε στο μοναστήρι
ψάχνοντας για τη χαμένη ηρεμία του!
Εκεί, κάτω από το πετραχήλι του γέροντα
ξεφόρτωσε τα ασήκωτα βάρη του
και άδειασε το μυαλό του από τις σκοτούρες.
Όταν ξανασηκώθηκε όρθιος ήταν ανάλαφρος.
Δεν είχε έγνοιες, ένιωθε αλλιώς, ήταν άλλος
απελευθερωμένος από τις ψευδαισθήσεις
και τις πολυποίκιλες πλάνες αυτοδικαίωσης.
Κατηφορίζοντας από το μοναστήρι της Παναγιάς
ηχούσαν δυνατά στα αυτιά του συνεχώς
τα λόγια του γέροντα, όταν τον ξεπροβόδισε.
Μην αμεριμνήσεις ελπίζοντας μόνο
Χρειάζεται πολύς και κόπος και πόνος
Και να θυμάσαι πάντα τον θεάνθρωπο Χριστό
Αυτοί τον λοιδορούσαν κι αυτός ευλογούσε!
Εμπαιζόμενος και εξευτελιζόμενος σιωπούσε
και για τους σταυρωτές του συγχώρεση ζητούσε!