Η Εκκλησία να δοξάζει το Θεό «εν τω ανθρώπω»

Του Ηλία Κ. Μάρκου Υποστρατήγου ε.α. ΕΛ.ΑΣ.

Στον αντίποδα της αθεϊστικής άποψης, ότι τα επιστημονικά πειραματικά αποτελέσματα διαψεύδουν διαρκώς τη βιβλική περιγραφή για τη δημιουργία του κόσμου και τη γένεση του σύμπαντος, διατυπώνονται συχνά απόψεις που θέλουν την εξέλιξη της επιστήμης να επιβεβαιώνει τη Βίβλο, όπως αυτή του επιστήμονα Ρόμπερτ Τζάστροου, του ιδρυτή του Ινστιτούτου Διαστημικών Μελετών της NASA. Σύμφωνα, λοιπόν, με αυτόν τον αγνωστικιστή (κατά δήλωσή του) επιστήμονα, η πολυσυζητημένη θεωρία της μεγάλης έκρηξης (Big Bang) για τη δημιουργία του σύμπαντος παραπέμπει στην πρώτη σειρά του βιβλικού κειμένου «Στην αρχή ο Θεός, έπλασε τον ουρανό και τη γη», ενώ επιβεβαιώνει κι αυτό που ο βασιλιάς Δαβίδ έγραψε πολλές χιλιάδες χρόνια πριν «Τα ουράνια φανερώνουν το μεγαλείο του Θεού και δείχνει το στερέωμα τα έργα που έχει φτιάξει» (στίχ. 2 Ψαλμ. 19).
Σ΄ένα άλλο επίπεδο σκέψης, πολύ διαφορετικό μας μεταφέρει ο σεμνός λόγος ενός ιεράρχη της ελλαδικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, του Μητροπολίτη Μεσογαίας και Λαυρεωτικής. Ο σεπτός αυτός ιεράρχης πριν φορέσει το ράσο (αρχικά ως μοναχός στο Άγιο Όρος) διέπρεψε ως επιστήμονας στην Αμερική και όχι μόνο. Σπούδασε, μεταξύ των άλλων, φυσική στο Αριστοτέλειο πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης, αστροφυσική στο Χάρβαρντ, έκανε διδακτορικές σπουδές στον τομέα της βιοϊατρικής τεχνολογίας, αλλά και των εφαρμοσμένων μαθηματικών (αιμοδυναμική του κυκλοφοριακού συστήματος – καρδιάς και αγγείων) στο ΜΙΤ και στο Χάρβαρντ, εργάστηκε ως ερευνητής και επιστημονικός συνεργάτης σε διάφορα νοσοκομεία της Βοστώνης, διετέλεσε επιστημονικός σύμβουλος φημισμένων εταιριών σε θέματα Διαστημικής Ιατρικής Τεχνολογίας, σπούδασε στη Θεολογική Σχολή του Τιμίου Σταυρού και στην αντίστοιχη του Αριστοτελείου (όπου και ανακηρύχθηκε διδάκτορας στον τομέα της βιοηθικής με θέμα τις μεταμοσχεύσεις), ενώ για δέκα χρόνια δίδαξε στην Ιατρική Σχολή του πανεπιστημίου Κρήτης, το μάθημα Αιμοδυναμική Παθοφυσιολογία των αγγειακών παθήσεων και των αγγειοχειρουργικών επεμβάσεων. Πρόκειται για τον άνθρωπο που συνδυάζει την επιστημονική κατάρτιση με τη θεολογική παιδεία και αν κρίνουμε από την τελική του απόφαση, να εγκαταλείψει τα πάντα για να αφοσιωθεί στο Θεό, νομίζω είναι το πλέον κατάλληλο πρόσωπο για να εκφράσει τη δική του άποψη για το θέμα που κουβεντιάζουμε. Η Εκκλησία γι αυτόν, λοιπόν, κατανοεί ότι «ο άνθρωπος φύσει του ειδέναι ορέγεται», η δε γνώση αποτελεί δώρο του Θεού και δυνατότητα μετοχής στην πανσοφία Του.
Ο αγώνας του ανθρώπου για την κατάκτηση της γνώσης και την επιστημονική ανακάλυψη έχει κάτι το θεϊκό μέσα του. Αλλά και η ανακάλυψη άγνωστων ικανοτήτων και δυνατοτήτων του ανθρώπου, που κι αυτή απορρέει από την έρευνα, δημιουργεί στην Εκκλησία την ανάγκη να δοξάσει το Θεό «εν τω ανθρώπω».
Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, όχι μόνο συμμετέχει στη δυνατότητα της προχωρημένης γνώσης, αλλά συναπολαμβάνει και την επιτυχία μας. Μπορεί να χαίρεται την ομορφιά της εξυπνάδας και να θαυμάζει το μεγαλείο της ανθρώπινης ευφυΐας.